Προβληματισμός για το «Σπίτι μου ΙΙ» – Φέρνει νέες αυξήσεις τιμών
Αυξήσεις των ζητούμενων τιμών πώλησης κατοικιών, που εκτιμάται ότι θα κινηθούν μεταξύ 10% και 15% ανάλογα με τη ζήτηση που θα εκδηλωθεί, θα προκύψουν ως αποτέλεσμα της νέας ζήτησης που θα δημιουργηθεί στην αγορά, μέσω του δεύτερου κύκλου του προγράμματος «Σπίτι μου».
Αυξήσεις των ζητούμενων τιμών πώλησης κατοικιών, που εκτιμάται ότι θα κινηθούν μεταξύ 10% και 15% ανάλογα με τη ζήτηση που θα εκδηλωθεί, θα προκύψουν ως αποτέλεσμα της νέας ζήτησης που θα δημιουργηθεί στην αγορά, μέσω του δεύτερου κύκλου του προγράμματος «Σπίτι μου».
Συγκεκριμένα, σημειώνει ρεπορτάζ της Καθημερινής, αν ένα ακίνητο σήμερα πωλείται αντί 200.000 ευρώ, με την έναρξη του προγράμματος, τον προσεχή Ιανουάριο, εκτιμάται ότι θα αγγίξει τις 230.000 ευρώ, ίσως και παραπάνω, λόγω της μεγάλης ζήτησης σε σχέση με την προσφορά.
Στελέχη της αγοράς επισημαίνουν ότι η επιλογή της μη διεύρυνσης της «δεξαμενής» των επιλέξιμων ακινήτων θα επαναλάβει, σε μεγάλο βαθμό, τη στρέβλωση που προκλήθηκε με τον πρώτο κύκλο του προγράμματος, όταν λόγω της απότομης αύξησης της ζήτησης σε πολύ συγκεκριμένες περιοχές, κυρίως στο κέντρο της Αθήνας και στα δυτικά προάστια, οι τιμές κατέγραψαν μεγάλη άνοδο, ακυρώνοντας στην πράξη το όφελος των δικαιούχων από το σχεδόν μηδενικό επιτόκιο.
Υπενθυμίζεται ότι με βάση τα όσα ανακοινώθηκαν, το νέο πρόγραμμα θα εισαγάγει αρκετές και σημαντικές αλλαγές. Κατ’ αρχάς, διευρύνθηκε το όριο ηλικίας, έως τα 50 έτη, από 39 έτη που ήταν προηγουμένως. Παράλληλα, αυξήθηκαν και τα εισοδηματικά κριτήρια, φτάνοντάς τα έως 20.000 ευρώ εισόδημα για άγαμους, έως 28.000 ευρώ για ζευγάρια συν 4.000 ευρώ ανά παιδί, έως 31.000 ευρώ για μονογονεϊκή οικογένεια και 5.000 ευρώ επιπλέον για κάθε παιδί. Οσον αφορά τα επιλέξιμα ακίνητα, αυτά θα πρέπει να έχουν αξία συμβολαίου έως 250.000 ευρώ, να είναι επιφάνειας έως 150 τ.μ. και να έχουν κατασκευαστεί έως και το 2007 και όχι μεταγενέστερα. Η μέγιστη αξία δανείου φτάνει τις 190.000 ευρώ (από τις 150.000 ευρώ που ήταν στον πρώτο κύκλο του προγράμματος), ενώ θα χρηματοδοτείται έως το 90% του συμβολαίου. Η διάρκεια του κάθε δανείου θα κυμαίνεται μεταξύ 3 και 30 ετών, ενώ με βάση τους όρους, η χρηματοδότηση θα αφορά την απόκτηση πρώτης κατοικίας, με το 50% της αξίας να αφορά άτοκο δάνειο από το Ταμείο Ανάκαμψης και το άλλο 50% έντοκο δάνειο από τράπεζα.
Με βάση τις τιμές πώλησης που επικρατούν σήμερα, εκτιμάται ότι τα περισσότερα επιλέξιμα ακίνητα θα είναι και πάλι στο κέντρο της Αθήνας και στα δυτικά προάστια, τόσο λόγω κόστους, όσο και λόγω πλήθους, συγκριτικά με άλλα σημεία της Αττικής, όπως π.χ. τα ανατολικά προάστια, ή ο Πειραιάς, όπου ναι μεν οι τιμές είναι ανάλογες, αλλά δεν υπάρχουν τόσα διαθέσιμα ακίνητα.
Σύμφωνα με τον δείκτη τιμών SPI, που επιμελείται ο Spitogatos. gr, η μέση ζητούμενη τιμή πώλησης το δεύτερο τρίμηνο του 2024 στο κέντρο της Αθήνας διαμορφώθηκε σε 2.120 ευρώ/τ.μ., ενώ στα δυτικά προάστια σε 1.910 ευρώ/τ.μ. Επομένως, με 250.000 ευρώ μπορεί κανείς να αποκτήσει ακίνητο έως 120 τ.μ. στο κέντρο, ή έως 130 τ.μ. στα δυτικά προάστια. Ωστόσο ελάχιστοι μπορούν να διαθέσουν τα επιπλέον 60.000 ευρώ που απαιτούνται, καθώς η μέγιστη αξία δανείου διαμορφώνεται σε 190.000 ευρώ. Εκτός από τα απαιτούμενα ίδια κεφάλαια, τίθεται και το ζήτημα του πόσο αξιόχρεος είναι ο κάθε ενδιαφερόμενος, ώστε να μπορέσει να λάβει το μέγιστο της διαθέσιμης χρηματοδότησης.
Σύμφωνα με τον κ. Λευτέρη Ποταμιάνο, πρόεδρο του Συλλόγου Μεσιτών Αθηνών – Αττικής, «το πρόγραμμα είναι ένα θετικό μέτρο ως προς τη φιλοσοφία του, ενώ είναι σημαντικό και το ότι ο δεύτερος κύκλος προβλέπει διεύρυνση των ηλικιακών και εισοδηματικών κριτηρίων, αλλά και την αύξηση του ανώτατου ποσού στις 250.000 ευρώ, από τις 200.000 ευρώ προηγουμένως. Ωστόσο εξακολουθεί να υπάρχει το ζήτημα της πολύ περιορισμένης προσφοράς στην αγορά, που δεν αντιμετωπίζεται επαρκώς κι έτσι θα δούμε και πάλι απότομη άνοδο των τιμών, κατά 10%-15% κατά μέσον όρο». Σύμφωνα με τον κ. Ποταμιάνο, το «Σπίτι μου» θα έπρεπε να συνδέεται και με την απόκτηση ακινήτων του ∆ημοσίου, ή ακινήτων που είναι στα χαρτοφυλάκια των τραπεζών και των εταιρειών διαχείρισης απαιτήσεων, ώστε να μην αφαιρούνται συνεχώς ακίνητα από την προσφορά και να αυξάνονται κι άλλο οι τιμές.
Είναι χαρακτηριστικό ότι με βάση τις δημοσιευμένες αγγελίες, στο σύνολο της Αττικής διατίθενται προς πώληση περίπου 80.000-85.000 κατοικίες. Μπορεί το νούμερο αυτό να φαντάζει υψηλό, αλλά δεν είναι, αν αναλογιστεί κανείς ότι μόνο με το «Σπίτι μου» επιχειρείται η απόκτηση ακινήτου από 20.000 δικαιούχους. ∆ηλαδή αν ενταχθούν στο πρόγραμμα οι άνθρωποι αυτοί, θα αποκτήσουν ένα σημαντικό ποσοστό της διαθέσιμης προσφοράς στην Αττική, με δεδομένο ότι στο λεκανοπέδιο εκδηλώνεται και η μεγαλύτερη ζήτηση.
Οπως τονίζουν φορείς της αγοράς, την περίοδο της κρίσης, όταν η ζήτηση είχε υποχωρήσει στο «ναδίρ», η προσφορά πωλούμενων κατοικιών στην Αττική κυμαινόταν πέριξ των 150.000 ακινήτων, ήταν δηλαδή σχεδόν διπλάσια. Τα σπίτια αυτά απορροφήθηκαν όμως σταδιακά την περίοδο 2018-2023, με αποτέλεσμα σήμερα να υπάρχει σοβαρό έλλειμμα, που δεν αντιμετωπίζεται μέχρι στιγμής επαρκώς.