Την παραπομπή του Ανδρέα Πάτση, πρώην βουλευτή της Νέας Δημοκρατίας και νυν ανεξάρτητου, στις αρμόδιες εισαγγελικές Αρχές προκειμένου να προβούν στον έλεγχο των παραβάσεών του που οδηγούν σε έκπτωση του από το βουλευτικό αξίωμα, αποφάσισε ομόφωνα η Επιτροπή «Πόθεν Έσχες» της Βουλής σε έκτακτη συνεδρίαση της μετά την λήψη της έκθεσης επανελέγχου, η οποία είχε ζητηθεί όταν έγινε γνωστό, ότι ο εν λόγω βουλευτής διαθέτει εξωχώριες εταιρείες και λάμβανε και απευθείας αναθέσεις.
Αναλυτικότερα οι αποφάσεις της Επιτροπής για τον Ανδρέα Πάτση είναι οι ακόλουθες:
Α) Η παραπομπή στον Εισαγγελέα Εφετών Αθηνών της υπόθεσης, για τα μέχρι τώρα ευρήματα.
Β) Η αποστολή στον Εισαγγελέα Οικονομικού Εγκλήματος της υποθέσεως, για τις δικές του ενέργειες.
Γ) Η άρση του τραπεζικού, φορολογικού και χρηματιστηριακού απορρήτου του βουλευτή, προκειμένου να διερευνηθεί διεξοδικά η εν γένει δραστηριότητά του, σύμφωνα και με τα δημοσιεύματα καθώς και η ενδεχόμενη σύναψη συμβάσεων με το Ελληνικό Δημόσιο, κατά παράβαση του άρθρου 57 του Συντάγματος και την αποστολή των σχετικών ευρημάτων στα αρμόδια όργανα, με την ολοκλήρωση του ελέγχου, μετά την άρση.
Δ) Η αποστολή στο Γενικό Επίτροπο της Επικρατείας του Ελεγκτικού Συνεδρίου, των στοιχείων του ελέγχου, για καταλογισμό και επιστροφή ποσών, εφόσον μετά την άρση διαπιστωθεί αδικαιολόγητος πλουτισμός του ελεγχόμενου.
Η έκθεση των ελεγκτών της Επιτροπής είναι εμπιστευτική, και σύμφωνα με τις υπάρχουσες πληροφορίες, φέρεται να εντοπίζονται συνολικά ανακρίβειες στις δηλώσεις του σε ακίνητα, σε περιουσιακά στοιχεία της πρώην και της νυν συζύγου του, στις καταγραφές των δανειακών του υποχρεώσεων, αλλά στην συμμετοχή σε εταιρείες του ιδίου και της συζύγου του.
Τι αναφέρει το άρθρο 57 του Συντάγματος
1. Τα καθήκοντα του βουλευτή είναι ασυμβίβαστα με τα έργα ή την ιδιότητα του ιδιοκτήτη ή εταίρου ή μετόχου ή διοικητή ή διαχειριστή ή μέλους του διοικητικού συμβουλίου ή γενικού διευθυντή ή των αναπληρωτών τους επιχείρησης, η οποία:
α) Αναλαμβάνει έργα ή μελέτες ή προμήθειες του Δημοσίου ή παροχή υπηρεσιών προς το Δημόσιο ή συνάπτει με το Δημόσιο συναφείς συμβάσεις αναπτυξιακού ή επενδυτικού χαρακτήρα.
β) Απολαμβάνει ειδικών προνομίων.
γ) Κατέχει ή διαχειρίζεται ραδιοφωνικό ή τηλεοπτικό σταθμό ή εκδίδει εφημερίδα πανελλήνιας κυκλοφορίας.
δ) Ασκεί κατά παραχώρηση δημόσια υπηρεσία ή δημόσια επιχείρηση ή επιχείρηση κοινής ωφέλειας.
ε) Μισθώνει για εμπορικούς λόγους ακίνητα του Δημοσίου.
Για την εφαρμογή της παραγράφου αυτής με το Δημόσιο εξομοιώνονται οι οργανισμοί τοπικής αυτοδιοίκησης, τα άλλα νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου, τα κρατικά νομικά πρόσωπα ιδιωτικού δικαίου, οι δημόσιες επιχειρήσεις, οι επιχειρήσεις των οργανισμών τοπικής αυτοδιοίκησης και οι άλλες επιχειρήσεις τη διοίκηση των οποίων ορίζει άμεσα ή έμμεσα το Δημόσιο με διοικητική πράξη ή ως μέτοχος. Μέτοχος επιχείρησης που εμπίπτει στους περιορισμούς της παραγράφου αυτής είναι όποιος κατέχει ποσοστό του μετοχικού κεφαλαίου μεγαλύτερο του ένα τοις εκατό.
Με ειδικό νόμο μπορεί να καθορίζονται επαγγελματικές δραστηριότητες, πέραν αυτών που αναφέρονται στα προηγούμενα εδάφια, η άσκηση των οποίων δεν επιτρέπεται στους βουλευτές.
Η παράβαση των διατάξεων αυτής της παραγράφου συνεπάγεται έκπτωση από το βουλευτικό αξίωμα και ακυρότητα των σχετικών συμβάσεων ή πράξεων, όπως νόμος ορίζει.
2. Βουλευτές που υπάγονται στις διατάξεις του πρώτου εδαφίου της προηγούμενης παραγράφου οφείλουν, μέσα σε οκτώ ημέρες αφότου η εκλογή τους γίνει οριστική, να επιλέξουν με δήλωσή τους μεταξύ του βουλευτικού αξιώματος και των παραπάνω έργων ή ιδιοτήτων. Αν παραλειφθεί αυτή η εμπρόθεσμη δήλωση, εκπίπτουν αυτοδικαίως από το αξίωμα του βουλευτή.
3. Βουλευτές που αποδέχονται οποιαδήποτε από τις ιδιότητες ή τα έργα που αναφέρονται σε αυτό ή στο προηγούμενο άρθρο και που χαρακτηρίζονται ότι αποτελούν κώλυμα για την υποψηφιότητα βουλευτή ή ότι είναι ασυμβίβαστα με το βουλευτικό αξίωμα, εκπίπτουν από το αξίωμα αυτό, όπως νόμος ορίζει.
4. Ειδικός νόμος ορίζει τον τρόπο με τον οποίο συνεχίζονται ή εκχωρούνται ή διαλύονται συμβάσεις που αναφέρονται στην παράγραφο 1 και έχουν αναληφθεί από βουλευτή ή από επιχείρηση στην οποία αυτός μετείχε πριν από την απόκτηση της βουλευτικής ιδιότητας ή με ασυμβίβαστη προς το αξίωμά του ιδιότητα.
Σύμφωνα με το νόμο, για την έκπτωση του εκάστοτε βουλευτή από το αξίωμά του, θα πρέπει να προσφύγει εναντίον του, είτε άλλος βουλευτής που έχει έννομο συμφέρον, είτε οποιοσδήποτε ενδιαφερόμενος πολίτης.