ΤΙ ΨΑΧΝΕΙ Ο ΠΡΩΗΝ ΠΡΩΘΥΠΟΥΡΓΟΣ Σε απομόνωση ο Αντώνης Σαμαράς
Σήμερα η κρίσιμη ψηφοφορία για την τροπολογία που δίνει άδεια διαμονής για εξαρτημένη εργασία σε μετανάστες - Μπετόν αρμέ η υπόλοιπη Κοινοβουλευτική Ομάδα της ΝΔ
Η αντίδραση του Αντώνη Σαμαρά στην τροπολογία των υπουργείων Μετανάστευσης
και Εργασίας έχει τέτοια χαρακτηριστικά που παραπέμπουν σε πολιτικό γινάτι παρά στην προσφορά υπηρεσίας ώστε το πηδάλιο της παράταξης, της οποίας είχε ηγηθεί, να επανέλθει στη σωστή ρότα στο Μεταναστευτικό. Γιατί το αντάρτικο που ξεκίνησε ο πρώην πρωθυπουργός από τα ορεινά της Ολομέλειας αδικεί την πολιτική που ο ίδιος εφάρμοσε και την οποία εξέλιξε η κυβέρνηση του Κυριάκου Μητσοτάκη. Αυτή η εξέλιξη καταγράφει αποτελέσματα στο πεδίο με τη μείωση των ροών, ενώ κερδίζει συνεχώς υποστηρικτές και από το λεγόμενο μπλοκ των σκληρών της ΕΕ για την ανάγκη να δοθεί έμφαση τόσο στην εξωτερική διάσταση όσο και στην απαραίτητη εστίαση να χτυπηθούν τα κυκλώματα των διακινητών. Απέναντι σε αυτή την εικόνα ο Αντώνης Σαμαράς αντιπαραβάλλει την επιχειρηματολογία μιας ανησυχίας που δεν ανταποκρίνεται ούτε στην τωρινή πραγματικότητα ούτε και στους μελλοντικούς σχεδιασμούς του κόμματός του.
Μέσω των επίμονων διαρροών που στοχοποιούν μέλη της κυβέρνησης, ο κ. Σαμαράς μοιάζει να
μπερδεύει το προνόμιο της ελευθερίας που απολαύουν όλοι οι πρώην πρόεδροι με το επίπεδο της
ισχύος τού νυν προέδρου της ΝΔ. Ο σεβασμός του Κυριάκου Μητσοτάκη απέναντι στη ζώσα ιστορία
της παράταξης και στα θεσμικά κεκτημένα που της προσφέρονται δεν συνεπάγεται ότι είναι ανίσχυρος.
Ταράζει τα… ήρεμα εσωκομματικά νερά
Ούτε η σιωπή του κ. Μητσοτάκη στα μηνύματα με τα οποία ο Αντώνης Σαμαράς μέσα σε 23 μέρες πετροβολάει πολιτικά για να ταράξει ξανά τα… ήρεμα εσωκομματικά νερά είναι στάση αδυναμίας. Μπορεί στον δημόσιο σχολιασμό του το Μέγαρο Μαξίμου να επιλέγει σταθερά το πυροσβεστικό κλισέ για τις «γνώστες και πάγιες θέσεις» του πρώην πρωθυπουργού, ακόμη όμως το κλισέ αυτό δεν χρησιμοποιήθηκε ούτε ως διαρροή στο πολιτικό «μπάσιμο» του πρώην πρωθυπουργού εντός Βουλής για την τροπολογία του υπουργείου Μετανάστευσης.
Αντ’ αυτού επελέγη η πυροσβεστική παρέμβαση του Άδωνι Γεωργιάδη με το δεξιό προφίλ και τις προνομιακές σχέσεις με τον πρώην πρωθυπουργό. Ο υπουργός Εργασίας πήρε οδηγίες για τη διπλή παρέμβαση στη Βουλή σε μια προσπάθεια κατευνασμού του κ. Σαμαρά. Ακόμη και το τέχνασμα της λέξης «λαθρομετανάστες», που χρησιμοποίησε για να δείξει τις ταυτόσημες απόψεις του με εκείνες του κ. Σαμαρά, δεν εκτόνωσε την αντίδραση του Αντώνη Σαμαρά. Ο Μεσσήνιος πολιτικός το τελευταίο διάστημα έχει κάνει τρία διαδοχικά χτυπήματα από τα… δεξιά. Όπως την ώρα που ο Κυριάκος Μητσοτάκης αναποδογύριζε επίσημα την κλεψύδρα για την επίσκεψη του Ερντογάν. Ο πρώην πρωθυπουργός με τη συνέντευξή του στην «Καθημερινή», χωρίς να μιλήσει για τον «πειρατή», εξέφραζε ανοιχτά τη διαφωνία στο μεγάλο τραπέζι του κού διαλόγου που θα στηνόταν στο Μέγαρο Μαξίμου στις 7 Δεκεμβρίου.
«Νομίζω πως δεν είναι καλή ιδέα», ήταν η φράση μαζί με το ευθύβολο χτύπημά του ακόμη και κατά
της θετικής ατζέντας που προώθησε ως πρωθυπουργός της χώρας: «Όσο συνεχίζει να συμπεριφέρεται ως “πειρατής” δεν υπάρχει καμία θετική ατζέντα», με την προειδοποίηση ότι «ο κατευνασμός
υπήρξε πάντα πολύ επικίνδυνος». Η λέξη «σμός» αποτελεί σήμα κατατεθέν στις αναφορές για
τα Ελληνοτουρκικά τού Κώστα Καραμανλή, τον οποίο μάλιστα ο Αντώνης Σαμαράς δεν αντέγραψε
απλώς φραστικά σε αυτήν τη συνέντευξη, καθώς το μήνυμά του στον Κυριάκο Μητσοτάκη συμπληρώθηκε με τη σημείωση ότι δύο πρωθυπουργοί δεν μπορεί να κάνουν «τόσο λάθος».
Στην ίδια παρέμβαση ο Αντώνης Σαμαράς τέντωσε το σχοινί των εσωκομματικών αντιθέσεων και για τον γάμο των ομόφυλων ζευγαριών. Απέναντι στις διαρροές που ήθελαν την κυβέρνηση να φέρνει ακόμη και έως το τέλος του χρόνου τη νομοθέτησή του, ο πρώην πρωθυπουργός «όπλισε» ξανά ξεκαθαρίζοντας με ένα «όχι» ότι θα το καταψηφίσει: «Οφείλουμε να στηρίξουμε την “πυρηνική” οικογένεια, όπου υπάρχουν γονεϊκά πρότυπα και των δύο φύλων. Δηλαδή υπάρχουν μάνα και πατέρας». Ο Αντώνης Σαμαράς, ο οποίος δεν έχει κρύψει τη διαφωνία του με τη στρατηγική διεύρυνσης, κλιμάκωσε την προβολή της δεξιάς ατζέντας με τη σπάνια κίνησή του να χτυπήσει κοινοβουλευτικά ζητώντας την απόσυρση της τροπολογίας. Για το Μεταναστευτικό άλλωστε οι διαφορές, που δεν γεφυρώθηκαν από την αυστηρότερη πολιτική, είναι φανερές πρώτα από όλα στη διαφορετική φρασεολογία που χρησιμοποιείται από τις δύο πλευρές.
«Δεν κάναμε ελληνοποιήσεις»
Ο πρώην πρόεδρος της ΝΔ στις ομιλίες του αναφέρεται σε λαθρομετανάστες και εκφράζει σταθερά την αντίθεσή του στα σχέδια ενσωμάτωσης. Το σκληρό μήνυμα του κ. Σαμαρά, ότι «η χώρα μας με αυτή την τροπολογία γίνεται επί της ουσίας φάρος προσέλκυσης λαθρομεταναστών», είναι σαφές ότι δεν αλλάζει ούτε μετά τις εξηγήσεις του υπουργού Εργασίας Άδωνι Γεωργιάδη.
Σε κάθε περίπτωση, η προσπάθεια του πρώην πρωθυπουργού να σεντράρει τον κυβερνητικό εκπρόσωπο για να αποδείξει των λόγων του το αληθές έλαβε ξεκάθαρες και αναλυτικές απαντήσεις. Παρ’ όλα αυτά και με τον πρώην πρωθυπουργό ανεξήγητα να μην πείθεται, ο κυβερνητικός εκπρόσωπος Παύλος Μαρινάκης επανέλαβε: «Εμένα με ενδιαφέρει να εξηγήσουμε στους πολίτες, να εξηγήσουμε στο σύνολο της κοινωνίας -γιατί σε όλους είμαστε υπόλογοι- γιατί αυτή η ρύθμιση είναι μια ρύθμιση η οποία έχει μόνο οφέλη. Και επειδή έγινε χρήση και μιας δικής μου απάντησης πριν από ένα χρονικό διάστημα, νομίζω στο τέλος Σεπτεμβρίου, να σας πω ότι αυτή η απάντηση ήταν απολύτως ακριβής, ισχύει μέχρι σήμερα και την επαναλαμβάνω στο σύνολό της.
Νομίζω ότι επειδή έχω τη δυνατότητα να αντιληφθώ την κάθε λέξη που λέω και ξέρω ότι πρέπει να
είναι ιδιαίτερα προσεκτικός, ίσχυε, ισχύει και θα ισχύει στο ακέραιο, ούτε ελληνοποιήσεις κάναμε ούτε μονιμοποιήσεις κάναμε, ούτε κάνουμε, ούτε θα κάνουμε. Αυτό πρέπει να καταστεί σαφές». Ξεκάθαρο μήνυμα προς την πλευρά Σαμαρά έστειλε και η Ντόρα Μπακογιάννη. Μιλώντας στον ΣΚΑΪ, η πρώην υπουργός ανέφερε: «Από τότε που ψηφίστηκε ο νόμος Σαμαρά έχουν πάρει τα χαρτιά παραμονής 80.000 άνθρωποι με προϋπόθεση την επταετία. Σήμερα βάζουμε τριετία με αυστηρότερα κριτήρια, καθώς θέλουμε καθαρό ποινικό μητρώο και συμβόλαιο εργασίας». Διερωτήθη δε μάλλον αιχμηρά: «Είναι καλύτερα να κάθεται κάποιος επτά
χρόνια στην Ελλάδα χωρίς να ξέρουμε πού βρίσκεται ή να ξέρουμε πού δουλεύει;».