Βουλή – Προϋπολογισμός: Μέτρα στήριξης 2,5 δις€
Κατατέθηκε στη Βουλή ο προϋπολογισμός για το 2024. Πότε αναμένεται η ψήφισή του.
Ανοδο του ΑΕΠ κατά 2,9% από 2,4% εφέτος, προβλέπει το τελικό κείμενο του προϋπολογισμού που κατατέθηκε στη Βουλή από το υπουργείο Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών.
Παράλληλα, σύμφωνα με την εισηγητική έκθεση, ο πληθωρισμός θα διαμορφωθεί στο 2,6% σε μέσα επίπεδα (από 3,9% εφέτος) και η ανεργία σε 10,6% (από 11,2%). Η ιδιωτική κατανάλωση θα αυξηθεί κατά 1,3% (από 2,9% εφέτος), ενώ η δημόσια κατανάλωση θα μειωθεί κατά 1,6% (από 0,4%). Οι ιδιωτικές επενδύσεις, όπως είχε αποκαλύψει ο υπουργός Κωστής Χατζηδάκης, θα αυξηθούν κατά 15,1% (από 7,1% εφέτος). Οι εξαγωγές αγαθών και υπηρεσιών θα αυξηθούν κατά 5,6% (από 2,7% εφέτος), ενώ οι εισαγωγές αγαθών και υπηρεσιών θα αυξηθούν κατά 4,6% (από 2,2%).
Ειδικότερα, στην εισηγητική έκθεση αναφέρονται αναλυτικά τα εξής:
H ισχυρή ανθεκτικότητα της ελληνικής οικονομίας που αποτυπώθηκε στις εξελίξεις του 2022 και του 2023 προβλέπεται να επιβεβαιωθεί και το 2024, με τον οικονομικό κύκλο να διατηρείται σε φάση ανόδου με συνεπή και μεγάλη διαφοροποίηση από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο. Η ισχυρή δυναμική της ελληνικής οικονομίας εκτιμάται ότι θα οδηγήσει σε θετικές επιδόσεις παρά την οικονομική αβεβαιότητα που αναμένεται να συνεχίσει να επικρατεί σε ευρωπαϊκό και διεθνές επίπεδο, ως απόρροια παραγόντων που αναλύθηκαν στις προηγούμενες ενότητες.
Θεμέλιο για τις θετικότερες προοπτικές της ελληνικής οικονομίας έναντι της μέσης ευρωπαϊκής εκτιμάται ότι θα συνεχίσει να αποτελεί το 2024 η προσήλωση στη συνετή δημοσιονομική διαχείριση, στην οποία θα στηριχθεί η περαιτέρω πορεία αναβάθμισης της πιστοληπτικής ικανότητας της χώρας. Η οικονομική απόδοση των εν εξελίξει διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων θα συμβάλλει στην ενίσχυση της δημοσιονομικής σταθερότητας και στην περαιτέρω μείωση του δημόσιου χρέους.
Εντούτοις, στους τελευταίους εξωγενείς παράγοντες που επιδρούν αρνητικά στην οικονομία περιλαμβάνονται η διεθνής οικονομική συγκυρία, λαμβανομένης υπόψη της προς τα κάτω αναθεωρημένης πρόβλεψης για τον ρυθμό ανάπτυξης στην ευρωζώνη το 2024, οι διαδοχικές αυξήσεις των επιτοκίων από την ΕΚΤ (με αντίκτυπο στις χρηματοδοτικές συνθήκες του επόμενου έτους μέσω υστερήσεων) και η επίδραση στις τιμές ενέργειας εξαιτίας των γεωπολιτικών εξελίξεων, συνεκτιμώμενης της υψηλότερης τεχνικής υπόθεσης για τη διεθνή τιμή πετρελαίου, σύμφωνα με τις τελευταίες προβλέψεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής. Την ίδια στιγμή οι πλημμύρες στη Θεσσαλία τον Σεπτέμβριο 2023 δρουν και αυτές ως εξωγενώς καθοριζόμενος αρνητικός παράγοντας για την ελληνική οικονομία.
Ωστόσο, αντισταθμιστικά προς τις ανωτέρω εξελίξεις λειτουργούν σε μεγάλο βαθμό τα θετικά μέτρα δημοσιονομικής πολιτικής που εφαρμόζονται στα τέλη του 2023 και από τις αρχές του 2024, οι αποζημιώσεις των πληγέντων και οι αποκαταστάσεις των ζημιών από τις πρόσφατες καταστροφές καθώς και η αναμενόμενη θετική επίδραση της υλοποίησης του σχεδίου «Ελλάδα 2.0». Λαμβανομένων υπόψη των ως άνω ανοδικών και καθοδικών επιδράσεων στο ΑΕΠ καθώς και των τελευταίων διαθέσιμων οικονομικών στοιχείων, η πρόβλεψη για τον ρυθμό ανάπτυξης του 2024 οδηγείται σε οριακή προς τα κάτω αναθεώρηση, κατά 0,1%, έναντι του προσχεδίου του κρατικού προϋπολογισμού 2024.
Ως εκ τούτου, η τρέχουσα πρόβλεψη για τον ρυθμό ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας το 2024 ανέρχεται σε 2,9% σε ετήσια βάση. Βάσει αυτής, το πραγματικό ΑΕΠ του 2024 αναμένεται να ανέλθει στο μεγαλύτερο ύψος της περιόδου μετά το 2010 (υπερβαίνοντας τα 200 δισ. ευρώ σε σταθερές τιμές), ενώ σε ονομαστικούς όρους αναμένεται να ανέλθει σε 233,8 δισ. ευρώ και να υπερβεί κατά 3,5% το μέσο επίπεδο της τελευταίας πενταετίας πριν την είσοδο της Ελλάδας στο πρώτο πρόγραμμα οικονομικής προσαρμογής.
Σε σύγκριση με τον μέσο όρο της ΕΕ, ο ρυθμός ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας το 2024 αναμένεται να αποκλίνει προς τα πάνω κατά 1,7 ποσοστιαίες μονάδες, διατηρώντας σχεδόν εξ ολοκλήρου το μέγεθος της αντίστοιχης θετικής απόκλισης που εκτιμάται σήμερα για το 2023 (1,8%, βάσει των προβλέψεων για την ΕΕ στις Φθινοπωρινές Οικονομικές Προβλέψεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής). Αυτό καταδεικνύει ότι οι εγχώριοι παράγοντες της οικονομίας, δηλαδή η εθνική οικονομική πολιτική και ο σχεδιασμός ανάκαμψης και ανθεκτικότητας που εφαρμόζεται σήμερα στην Ελλάδα, συγκροτούν ένα ανάχωμα απέναντι στη συγκυριακή αστάθεια του διεθνούς περιβάλλοντος. Εκφάνσεις της δυναμικής αυτής αποτελούν οι προβλέψεις για τη συνεχιζόμενη επέκταση της αγοράς εργασίας και για ενεργό ζήτηση σε ιστορικό υψηλό των τελευταίων 14 ετών.
Σε επίπεδο των συνιστωσών του ΑΕΠ, έναντι του προσχεδίου του κρατικού προϋπολογισμού 2024, προκύπτει για το 2024 μικρή προς τα κάτω αναθεώρηση της ιδιωτικής κατανάλωσης και των εξαγωγών, ως απόρροια τόσο της χαμηλότερης εξωτερικής ζήτησης όσο και της οριακά ανοδικής αναθεώρησης της πρόβλεψης για τον ετήσιο ρυθμό πληθωρισμού.
Κατά το μεγαλύτερο μέρος της, η καθοδική πίεση στις ως άνω συνιστώσες του ΑΕΠ αντισταθμίζεται από την αναμενόμενη επιτάχυνση υλοποίησης του σχεδίου «Ελλάδα 2.0», που ωθεί υψηλότερα τις επενδύσεις, από κοινού με την αποκατάσταση των υποδομών στις περιοχές που επλήγησαν από τις πλημμύρες τον Σεπτέμβριο 2023. Οι δαπάνες από επιχορηγήσεις και δάνεια του ΤΑΑ προβλέπεται το 2024 να επιταχύνουν τη συμβολή τους στην ενίσχυση της παραγωγικότητας και στον μετασχηματισμό προς ένα παραγωγικό μοντέλο υψηλής προστιθέμενης αξίας, μέσω φιλόδοξων επενδύσεων (και των συναφών τους διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων) στους τομείς της πράσινης οικονομίας, του ψηφιακού μετασχηματισμού, του επιχειρηματικού περιβάλλοντος, της εξαγωγικής ικανότητας, του ανθρώπινου κεφαλαίου και της αγοράς εργασίας.
Σημαντική συμβολή στην ανάπτυξη προέρχεται από τις επενδύσεις, οι οποίες το 2024 αναμένεται να αυξηθούν με ρυθμό 15,1% (έναντι 12,1% στο προσχέδιο του κρατικού προϋπολογισμού 2024). Ως απόρροια, το πραγματικό επενδυτικό κενό μεταξύ Ελλάδας και Ευρωζώνης προβλέπεται να μειωθεί το 2024 σε 5%, το χαμηλότερο ποσοστό για όλη την περίοδο από το 2010.
Κατά δεύτερον, η συνεχιζόμενη αύξηση της απασχόλησης, αν και με ηπιότερο ρυθμό σε σύγκριση με το προηγούμενο έτος, λόγω της αυξανόμενης στενότητας στην αγορά εργασίας (+0,9% το 2024 έναντι +1,4% το 2023), αναμένεται να συνεχίσει να στηρίζει το διαθέσιμο εισόδημα των νοικοκυριών. Σε αυτή τη βάση, η πραγματική ιδιωτική κατανάλωση προβλέπεται για το 2024 να διατηρηθεί σε ανοδική τροχιά ύψους 1,3% σε ετήσια βάση, σε συμφωνία με την πρόβλεψη για ελαφρώς πιο αργή επαναφορά του πληθωρισμού στον μεσοπρόθεσμο στόχο της ΕΚΤ.
Τα κυβερνητικά μέτρα στήριξης της οικονομίας, με έναρξη εφαρμογής το 2024, δημιουργούν επιπλέον συνέργειες με τις ισχύουσες πολιτικές ενίσχυσης των εισοδημάτων και της οικονομικής δραστηριότητας, στοχεύοντας, όπως και η αντιμετώπιση της φοροδιαφυγής, στη μείωση των ανισοτήτων και των στρεβλώσεων. Σημαντική ενίσχυση για το διαθέσιμο εισόδημα αναμένεται από τις αυξήσεις στο μισθολόγιο των δημοσίων υπαλλήλων, την εκ νέου αύξηση των συντάξεων, την άρση του «παγώματος» των τριετιών, την αύξηση του αφορολόγητου κατά 1.000 ευρώ για οικογένειες με παιδιά, την αύξηση του ελάχιστου εγγυημένου εισοδήματος κατά 8%, την επέκταση του επιδόματος μητρότητας για αυτοαπασχολούμενους και αγρότες, το ετήσιο βοήθημα προς τους νέους (youth pass), την κατάργηση της συμμετοχής στο κόστος των φαρμάκων για τους πρώην δικαιούχους του Επιδόματος Κοινωνικής Αλληλεγγύης Συνταξιούχων (ΕΚΑΣ) και από μία σειρά άλλων δημοσιονομικών μέτρων.
Παρά τη διατήρηση των τιμών σε υψηλό επίπεδο έναντι της περιόδου πριν την ενεργειακή κρίση, οι ανοδικές πληθωριστικές πιέσεις αναμένεται να εξομαλυνθούν περαιτέρω κατά τη διάρκεια του 2024, στο 2,6% κατά μέσο όρο. Η μικρή προς τα πάνω αναθεώρηση, έναντι της πρόβλεψης στο προσχέδιο του κρατικού προϋπολογισμού 2024 (2,4%), απορρέει από τη μεγαλύτερη εκτιμώμενη επίδραση μεταφοράς του 2023, την εκτίμηση των διεθνών τιμών ενέργειας και την πιο αργή αποκλιμάκωση του πληθωρισμού τους πρώτους μήνες του 2024, λόγω των επιπτώσεων των πρόσφατων καιρικών φαινομένων στην αγροτική παραγωγή. Αντίθετα, η σχετική σταθεροποίηση των τιμών στην ενέργεια αναμένεται να δράσει προς εξομάλυνση του ετήσιου ρυθμού πληθωρισμού το 2024.
Η συνεχιζόμενη δημιουργία νέων θέσεων εργασίας αναμένεται να διαμορφώσει την ανεργία στο χαμηλότερο ποσοστό επί του εργατικού δυναμικού από το 2009, σε 10,6% βάσει της μεθοδολογίας της έρευνας εργατικού δυναμικού και σε 9,3% βάσει των εθνικών λογαριασμών. Βάσει των αναθεωρημένων στοιχείων εθνικών λογαριασμών για το 2022, τα 4,9 εκατομμύρια απασχολούμενων που προβλέπονται κατά μέσο όρο για το 2024, αντιστοιχούν σε ιστορικό υψηλό για όλη την περίοδο διαθέσιμων στοιχείων από το 1995, αντανακλώντας αντίστοιχη εικόνα για τους μισθωτούς (με αύξηση του αριθμού των τελευταίων κατά 1,0% το 2024 σε ετήσια βάση). Ο αριθμός των ανέργων αναμένεται να μειωθεί σε επίπεδα προ της οικονομικής προσαρμογής, παρά το εκτιμώμενο ιστορικά υψηλό ποσοστό συμμετοχής του πληθυσμού ηλικίας 15 – 64 ετών στο εργατικό δυναμικό (82,5%).
Εν μέσω της ελεγχόμενης δημοσιονομικής πολιτικής, η δημόσια κατανάλωση το 2024 αναμένεται να υποχωρήσει κατά 1,6% έναντι του 2023 (έτος για το οποίο ωστόσο εκτιμάται 6,7% υψηλότερα από το προ πανδημίας επίπεδο, σύμφωνα με τα αναθεωρημένα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ).
Η συμβολή του εξωτερικού τομέα στην πραγματική ανάπτυξη αναμένεται να κυμανθεί σε οριακά θετικό έδαφος (0,2% του ΑΕΠ, από 0,4% του ΑΕΠ στο προσχέδιο), με την αναθεώρηση να οφείλεται κυρίως στην επιβράδυνση των εξαγωγών αγαθών εξαιτίας της χαμηλότερης εκτιμώμενης ανάπτυξης στην ΕΕ και των χαμηλότερων εξαγωγών αγροτικών προϊόντων λόγω των καιρικών φαινομένων του προηγούμενου διαστήματος.
Ο όγκος των εισαγωγών αγαθών αναμένεται να έχει σημαντική αύξηση, 5,4% σε ετήσια βάση, σε σύνδεση με τις ανάγκες εισαγωγών για την πραγματοποίηση επενδύσεων του σχεδίου «Ελλάδα 2.0», την πραγματοποίηση έργων υποδομών στις περιοχές που επλήγησαν από τα καιρικά φαινόμενα το 2023 και την υποκατάσταση της απολεσθείσας αγροτικής παραγωγής των πληγεισών περιοχών προς κάλυψη των εγχώριων αναγκών. Σε εθνικολογιστικούς όρους, το έλλειμμα του ονομαστικού ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών αναμένεται να επιβαρυνθεί ελαφρώς, ανερχόμενο ως ποσοστό του ΑΕΠ σε 5,4% από 5,0% το 2023, ως αποτέλεσμα της επιδείνωσης του ισοζυγίου αγαθών.
Από την άλλη πλευρά, το πραγματικό ισοζύγιο υπηρεσιών προβλέπεται να έχει θετική επίδραση στο ΑΕΠ, ύψους 1,2 ποσοστιαίων μονάδων, η οποία υπερκαλύπτει την εξέλιξη στο ισοζύγιο αγαθών σε όρους όγκου, χάρη στην εκτιμώμενη αύξηση τόσο των πραγματικών εισπράξεων από τον εξωτερικό τουρισμό όσο και των εξαγωγών μεταφορών και λοιπών υπηρεσιών.
Οι βραχυπρόθεσμοι κίνδυνοι για τη διαμόρφωση του ρυθμού ανάπτυξης, τόσο για το 2023 όσο και για το 2024, συνοψίζονται στην περαιτέρω επιβράδυνση της ευρωπαϊκής και παγκόσμιας οικονομίας, στις δυσμενείς διεθνείς γεωπολιτικές εξελίξεις, στη διατήρηση του πληθωρισμού σε υψηλότερα του αναμενομένου επίπεδα, στην όξυνση της ενεργειακής κρίσης, σε ακραία κλιματικά φαινόμενα, στη συνέχιση της περιοριστικής νομισματικής πολιτικής της ΕΚΤ και στην εξέλιξη της απορρόφησης των κονδυλίων του ΤΑΑ.
Ανοδικά στον ρυθμό ανάπτυξης θα μπορούσαν να επιδράσουν η ενδεχόμενη ταχύτερη αποκλιμάκωση του πληθωρισμού, η ευνοϊκότερη του αναμενομένου εξέλιξη της τουριστικής κίνησης, η περαιτέρω αναβάθμιση της πιστοληπτικής ικανότητας, οι επιπρόσθετες συνέργειες από την έγκαιρη και αποτελεσματική αξιοποίηση των πόρων του ΤΑΑ καθώς και η ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας του χρηματοπιστωτικού συστήματος.
Σημαντική παράμετρος για την επίτευξη των ανωτέρω μακροοικονομικών στόχων είναι η γρήγορη αποκατάσταση της παραγωγικής δραστηριότητας που επλήγη από τις πρόσφατες πλημμύρες, αλλά και η πρόβλεψη έναντι αντίστοιχων μελλοντικών φαινομένων, καθώς η κλιματική αλλαγή δεν αποτελεί ένα παροδικό φαινόμενο. Για αυτόν τον σκοπό η κυβέρνηση λαμβάνει σήμερα επιπρόσθετα μέτρα και πραγματοποιεί σημαντικές επενδύσεις, μέσω εθνικών και συγχρηματοδοτούμενων πόρων, σε τέσσερα επίπεδα: α) στην κλιματική μετάβαση και απανθρακοποίηση, β) στην ανάπτυξη ανθεκτικών υποδομών σε ακραία καιρικά φαινόμενα, γ) στη σημαντική ενίσχυση της πολιτικής προστασίας και της πρόληψης και δ) στη θωράκιση της εθνικής οικονομίας από τις συνέπειες φυσικών καταστροφών, μέσω της πρόβλεψης σχετικών μόνιμων κονδυλίων στον προϋπολογισμό, την ενίσχυση της ασφάλισης καθώς και της ταχύτητας και της αποτελεσματικότητας της κρατικής αρωγής.
Για το θέμα ο Υπουργός κ. Χατζηδάκης έκανε την ακόλουθη δήλωση: «Κατέθεσα πριν από λίγο στη Βουλή τον Κρατικό Προϋπολογισμό για το 2024, καθώς και την εισηγητική του έκθεση. Ποια είναι τα βασικά στοιχεία που αναδεικνύονται από αυτόν τον Προϋπολογισμό:
1. H ελληνική οικονομία έχει αποδειχθεί ιδιαίτερα ανθεκτική τα τελευταία χρόνια παρά τις αλλεπάλληλες κρίσεις, ξεπερνώντας πολλές φορές τις προβλέψεις. Πράγματι το 2023 η Ελλάδα απέκτησε την επενδυτική βαθμίδα από μια σειρά διεθνών οίκων αξιολόγησης, σημείωσε τον τρίτο υψηλότερο ρυθμό ανάπτυξης στην Ευρωπαϊκή Ένωση, μείωσε την ανεργία στα προ κρίσεως επίπεδα, επιτυγχάνοντας παράλληλα, παρά τις αλλεπάλληλες φυσικές καταστροφές, ένα πρωτογενές πλεόνασμα που ξεπέρασε τις προβλέψεις του μεσοπρόθεσμου προγράμματος. Και αυτά με μία πολύ σημαντική μείωση του δημόσιου χρέους ως προς το ποσοστό του ΑΕΠ. Οι θετικές αυτές εξελίξεις συμπυκνώνονται στο ότι χωρίς να αυξηθούν οι φόροι σημειώθηκε αύξηση των εσόδων κατά 9,1%.
2. Το 2024 θα προχωρήσουμε με την ίδια βασικά συνταγή. Θα επιδιώξουμε δηλαδή να συνδυάσουμε τη δημοσιονομική σταθερότητα με τις αναπτυξιακές πολιτικές, την κοινωνική ευαισθησία στην πράξη. Ο προϋπολογισμός προβλέπει υψηλότερους ρυθμούς ανάπτυξης σε σχέση με τη φετινή χρονικά, χαμηλότερο πληθωρισμό, ακόμα μεγαλύτερη μείωση του δημοσίου χρέους και πιο υψηλά ποσοστά απασχόλησης. Σημειώνω ότι όλα αυτά θα επιτευχθούν μένοντας απολύτως προσηλωμένοι στο στόχο για ακόμα υψηλότερο πρωτογενές πλεόνασμα σε σχέση με φέτος (2,1%).
3. Υπογραμμίζω ιδιαίτερα τις θετικές εξελίξεις για τις επενδύσεις. Φέτος είχαμε μια αύξηση των επενδύσεων κατά 7,1%, ενώ το 2024 προβλέπεται στο σχέδιο του προϋπολογισμού μια αύξηση κατά 15,1%. Αυτό θα επιτευχθεί με ένα συνδυασμό ιδιωτικών και δημόσιων επενδύσεων, συμπεριλαμβανομένων φυσικά των αυξημένων επενδύσεων από το ΕΣΠΑ και το Ταμείο Ανάκαμψης.
4. Ο Προϋπολογισμός ενσωματώνει μόνιμες φοροελαφρύνσεις με 7 διαφορετικούς τρόπους. Παράλληλη όμως στόχευσή μας για το 2024 είναι η περαιτέρω μείωση της φοροδιαφυγής. Ήδη το κενό ΦΠΑ , δηλαδή τα χρήματα που χάνει το κράτος από την είσπραξη του ΦΠΑ έχουν περιοριστεί από το 23% το 2018 στο 15% φέτος. Στόχος είναι να περιοριστεί περισσότερο το κενό αυτό και να φτάσουμε στο 9% το 2026. Εντωμεταξύ προωθούμε δράσεις σε πολλά και διαφορετικά επίπεδα για τον περιορισμό της φοροδιαφυγής: σύνδεση των POS με τις ταμειακές μηχανές τους πρώτους μήνες του 2024, υποχρεωτικότητα του συστήματος my Data, γενίκευση της ηλεκτρονικής τιμολόγησης, νέες ρυθμίσεις για τις βραχυχρόνιες μισθώσεις, μέτρα αντιμετώπισης του λαθρεμπορίου και νέο δίκαιο σύστημα φορολόγησης για τους ελεύθερους επαγγελματίες.
5. Αυτονόητα, βασική επιδίωξη της κυβέρνησης και το 2024 είναι η άσκηση μιας ουσιαστικής κοινωνικής πολιτικής. Προς αυτή την κατεύθυνση θα υπάρξουν αυξήσεις μισθών των δημοσίων υπαλλήλων μετά από 14 χρόνια, νέα αύξηση των συντάξεων, αύξηση του αφορολόγητου για οικογένειες με παιδιά, καθώς και αύξηση των αναπηρικών επιδομάτων και του κοινωνικού επιδόματος αλληλεγγύης.
Σημαντική επίσης προς την κατεύθυνση μιας ουσιαστικής κοινωνικής πολιτικής είναι η αύξηση των δαπανών για την παιδεία και την υγεία. Συγκεκριμένα για την Υγεία θα υπάρξει μια αύξηση κατά 20% της χρηματοδότησης των νοσοκομείων συνολικού ποσού 481 εκατ. ευρώ, καθώς επίσης και μια αύξηση των δαπανών για την Παιδεία της τάξεως των 255 εκατ. ευρώ. Τα κονδύλια αυτά θα προέλθουν σε πολύ μεγάλο ποσοστό από τον περαιτέρω περιορισμό της φοροδιαφυγής.
Αυτό που θέλω να υπογραμμίσω είναι ότι η κυβέρνηση θα εφαρμόσει μια πολιτική η οποία θα συνδυάζει τη δημοσιονομική σοβαρότητα με την κοινωνική ευαισθησία. Την αποτελεσματικότητα με τη δικαιοσύνη. Το 2024 η ελληνική οικονομία θα ανέβει ακόμα πιο ψηλά! Μένουμε στο δρόμο της ευθύνης κάνοντας όλες εκείνες τις εκσυγχρονιστικές τομές που χρειάζεται η οικονομία μας και αποβαίνουν προς όφελος ιδιαίτερα των κοινωνικά αδυνάμων συμπολιτών μας».
Ο Υφυπουργός κ. Πετραλιάς έκανε την ακόλουθη δήλωση: «Ο Προϋπολογισμός του 2024 αποτελεί τον πρώτο μετά από 13 έτη που καταρτίζεται με το αξιόχρεο της χώρας να έχει ανακτήσει την επενδυτική του βαθμίδα. Αυτό αποτελεί πρωτίστως επίτευγμα της ελληνικής κοινωνίας, αλλά και ευθύνη δική μας να ανταποκριθούμε στις προσδοκίες των πολιτών με τις κατάλληλες πολιτικές προς όφελός τους, διαφυλάττοντας σε κάθε περίπτωση τη δημοσιονομική ισορροπία που έχει επιτύχει η χώρα.
Η Εισηγητική Έκθεση του Προϋπολογισμού του 2024 επιβεβαιώνει τα μεγέθη του πρωτογενούς πλεονάσματος, 1,1% για το 2023 και 2,1% για το 2024, που είχαν προβλεφθεί στο Προσχέδιο του Προϋπολογισμού, ενώ συμπεριλαμβάνει όλα τα μέτρα που έχουν εξαγγελθεί προεκλογικά προς εφαρμογή το 2023 και 2024, τα μέτρα που εξαγγέλθηκαν στη Διεθνή Έκθεση Θεσσαλονίκης, όπως και επιπρόσθετα μέτρα στήριξης που εξαγγέλθηκαν πρόσφατα. Σε αυτά τα πλαίσια, ο Προϋπολογισμός του 2024 περιλαμβάνει μόνιμες παρεμβάσεις ενίσχυσης του εισοδήματος ύψους 1,6 δισ. ευρώ για το 2024.
Στα κείμενα που κατατέθηκαν στη βουλή, περιλαμβάνεται και ο Προϋπολογισμός επιδόσεων, όπου προς πληροφόρηση των πολιτών και του κοινοβουλίου παρέχεται αναλυτική πληροφόρηση για τις δαπάνες κάθε Υπουργείου ανά Πρόγραμμα, του στόχους κάθε προγράμματος χρησιμοποιώντας ποσοτικούς δείκτες επίτευξης στόχων, ενώ εισάγεται ο πράσινος Προϋπολογισμός (Green Budgeting) για πρώτη φορά για όλα τα Υπουργεία, παρουσιάζοντας τη θετική ή αρνητική επίδραση κάθε προγράμματος στο περιβάλλον. Επιπρόσθετα, στην εισηγητική έκθεση περιλαμβάνεται και σχετικό κεφάλαιο για την επίδραση των δημοσιονομικών παρεμβάσεων στους δείκτες ανισότητας, οι οποίοι βαίνουν μειούμενοι.
Συνεχίζουμε να εφαρμόζουμε απαρέγκλιτα το πρόγραμμα για το οποίο εξέλεξαν την Κυβέρνηση οι πολίτες, υλοποιώντας τώρα τις Μεγάλες Αλλαγές που έχει ανάγκη η χώρα. Αλλαγές στο πεδίο της φοροδιαφυγής, στη θωράκιση της χώρας έναντι των οικονομικών συνεπειών της κλιματικής αλλαγής, στην ενίσχυση της υγείας, αλλά και στο βασικό πρόσταγμα της κοινωνίας για αύξηση του διαθέσιμου εισοδήματος».
Αντιδράσεις κομμάτων
Ο τομεάρχης Οικονομικών και Κοινοβουλευτικός Εκπρόσωπος του ΣΥΡΙΖΑ, Νίκος Παππάς, αναφέρει σε ανακοίνωσή του: «Οι κύριοι Μητσοτάκης και Χατζηδάκης, παρόλο που υπάρχει ο δημοσιονομικός χώρος, δεν θεσπίζουν αφορολόγητο για όλους στις 10 χιλιάδες ευρώ, αλλά προχωρούν στην οριζόντια και άδικη φορολόγηση. Η ελληνική οικονομία, η ελληνική κοινωνία χρειάζονται έναν προϋπολογισμό που καταπολεμά την ακρίβεια και το μεγάλο πρόβλημα του ιδιωτικού χρέους. Έναν προϋπολογισμό που στηρίζει μισθωτούς, συνταξιούχους, αυτοαπασχολούμενους και μικρές επιχειρήσεις».
Σε ανακοίνωση του Τομέα Οικονομικών του ΠΑΣΟΚ – Κινήματος Αλλαγής για τον Προϋπολογισμό του 2024, αναφέρονται, μεταξύ άλλων, τα εξής: «Μετά από τέσσερα χρόνια διακυβέρνησης της Νέας Δημοκρατίας και ο προϋπολογισμός του 2024 καταδεικνύει ότι η κυβέρνηση συνεχίζει την ίδια άδικη και ατελέσφορη πορεία. Στην πρώτη θέση βρίσκονται οι προνομιούχοι, που απολαμβάνουν την 26η χαμηλότερη φορολογία επιχειρήσεων ως ποσοστό τους στο σύνολο των φορολογικών εσόδων, ανάμεσα στις 27 χώρες της ΕΕ, τον δεύτερο χαμηλότερο συντελεστή φορολογίας μερισμάτων στην ΕΕ και την προνομιακή φορολόγηση των stock options και των μπόνους. Από την άλλη πλευρά βρίσκονται οι Έλληνες καταναλωτές που ήδη επιβαρύνονται την 6η υψηλότερη φορολογία έμμεσων φόρων ως ποσοστό των συνολικών φορολογικών εσόδων, ανάμεσα στις 27 χώρες της ΕΕ, τη στιγμή που ο πληθωρισμός (εναρμονισμένος δείκτης τιμών) στην Ελλάδα σημειώνει άνοδο, παρότι ο ευρωπαϊκός αποκλιμακώνεται, και τη στιγμή που ο πληθωρισμός τροφίμων συνεχίζει να είναι σταθερά πάνω από το 10% και ο 2ος υψηλότερος στην Ευρώπη. Είναι χαρακτηριστικό το γεγονός ότι η επίτευξη του στόχου για το πρωτογενές πλεόνασμα οφείλεται στην αφαίρεση από το έλλειμμα της γενικής κυβέρνησης των αυξημένων κατά 1,3 δισεκ. τόκων. Όπως και στο παρελθόν έτσι και τώρα ο λογαριασμός της αναξιοπιστίας και αναποτελεσματικότητας της Νέας Δημοκρατίας καταλήγει στους μικρομεσαίους και τους λιγότερο προνομιούχους».
Το ΚΚΕ αναφέρει σε ανακοίνωσή του: «Οι κυβερνητικές περιγραφές του προϋπολογισμού για “ανάπτυξη” προσπαθούν να συγκαλύψουν την σκληρή πραγματικότητα για το λαό, της επαναφοράς στα “ματωμένα πλεονάσματα” με δισεκατομμύρια ευρώ νέους φόρους, το νέο τσεκούρι στις κοινωνικές παροχές, τη διατήρηση των μισθών σε επίπεδα πολύ κάτω ακόμα και απ’ τον πληθωρισμό που καλπάζει, που ουσιαστικά οδηγεί σε μείωση του πραγματικού διαθέσιμου εισοδήματος. Ο νέος προϋπολογισμός σηματοδοτεί τη στροφή της οικονομικής πολιτικής της ΕΕ σε περισσότερο περιοριστικό μίγμα σε μια ακόμα -εξίσου απέλπιδα- προσπάθειά της να αντιμετωπίσει τις διογκούμενες αντιφάσεις και τα αδιέξοδα του καπιταλιστικού δρόμου ανάπτυξης. Μοναδικός κερδισμένος απ’ το νέο προϋπολογισμό είναι οι μονοπωλιακοί όμιλοι, για τους οποίους προβλέπονται νέες παχυλές επιδοτήσεις, διατήρηση των προκλητικών φοροαπαλλαγών, φθηνό εργατικό δυναμικό και στήριξη των προσοδοφόρων επενδύσεων».