Έρευνα: Γιατί το ελαιόλαδο είναι και θα παραμείνει ακριβό
Η κλιματική αλλαγή, τα χιλιάδες στρέμματα που δεν καλλιεργούνται και οι αγοραστές από το εξωτερικό που αναζητούν ελαιόλαδο από τους Έλληνες παραγωγούς
Λίγες ημέρες πριν από την έναρξη της συγκομιδής ελιάς, στο ελαιοτριβείο του Γιάννη Σαφρά οι κλήσεις είναι συνεχείς.
Σε αντίθεση, όμως, με άλλες χρονιές, τα τηλεφωνήματα δεν είναι από ελαιοπαραγωγούς που προγραμματίζουν τη μεταφορά των ελιών τους για την παραγωγή ελαιόλαδου.
Η συντριπτική πλειοψηφία των τηλεφωνημάτων γίνονται από καταναλωτές, ιδιώτες και επιχειρήσεις, όπως για παράδειγμα εστιατόρια, που αναζητούν ελαιόλαδο σε προσιτές τιμές.
Εκτόξευση των τιμών- Αιτία πρώτη: Η κλιματική αλλαγή
Οι ασυνήθιστα υψηλές θερμοκρασίες και η έλλειψη βροχοπτώσεων έχουν πλήξει την καρπόδεση της ελιάς στο μεγαλύτερο μέρος της ελληνικής επικράτειας.
Στην περιοχή της Αττικής, η μείωση της παραγωγής εκτιμάται ότι αγγίζει το 30%.
Σε περιοχές όπως η Κρήτη οι παραγωγοί κάνουν λόγο για μείωση της συγκομιδής πάνω από 50%.
Όσοι παραγωγοί έχουν ελιές, όμως ο Μανώλης Βιτζηλέος στον Μαραθώνα, περιμένουν ότι φέτος θα καλύψουν τα έξοδά τους και θα ανταμειφθούν για τους κόπους τους. Η τιμή παραγωγού αναμένεται να ξεπεράσει τα 8 ευρώ το λίτρο, διπλάσια σε σχέση με πέρυσι.
Εκτόξευση των τιμών- Αιτία δεύτερη: Έλλειψη εργατικών χεριών
Φέτος, το μεροκάματο στους ελαιώνες έχει φτάσει στα 50 ευρώ (για 10 ώρες εργασίας). Έχει αυξηθεί σημαντικά σε σχέση με προηγούμενες χρονιές, ωστόσο οι παραγωγοί εξακολουθούν να μην βρίσκουν εργάτες.
Πέρυσι, που οι καιρικές συνθήκες ήταν πιο ευνοϊκές και η σοδειά θα μπορούσε να είναι μεγαλύτερη, συγκομιδή δεν έγινε σε χιλιάδες ελαιόδεντρα, γιατί δεν υπήρχαν εργατικά χέρια.
Οι συμφωνίες με τρίτες χώρες για την εισαγωγή εργατών, κυρίως από την Ασία, δεν έχουν προχωρήσει και οι παραγωγοί δεν μπορούν να βρούνε εργάτες.
Πολλοί από τους ξένους εργάτες που απασχολούνταν σε ελληνικές καλλιέργειες, έχουν φύγει για χώρες της Βόρειας Ευρώπης, όπου τα μεροκάματα είναι υψηλότερα- ειδικά για αυτούς τους εργάτες που έχουν αποκτήσει εμπειρία στην αγροτική παραγωγή.
Εκτόξευση των τιμών- Αιτία τρίτη: Εγκατάλειψη της υπαίθρου
Το τρίτο πρόβλημα είναι η εγκατάλειψη της υπαίθρου. Σε ολόκληρη την Ελλάδα, χιλιάδες στρέμματα με ελαιόδεντρα έχουν εγκαταλειφθεί καθώς οι ιδιοκτήτες τους δεν ασχολούνται με τον πρωτογενή τομέα.
Όπως μας εξηγεί ο Μανώλης Βιτζηλέος, για να πάρεις παραγωγή πρέπει να προσαρμόζεις και να φροντίζεις τις καλλιέργειές σου.
Εκτόξευση των τιμών- Αιτία τέταρτη: Η μεγάλη ζήτηση από το εξωτερικό
Σε κάθε περίπτωση, το ντόμινο των ανατιμήσεων δεν ξεκίνησε από την Ελλάδα, αλλά περίπου 4.000 χιλιόμετρα μακριά: στην χώρα με την μεγαλύτερη παραγωγή ελαιολάδου παγκοσμίως, την Ισπανία.
Η ξηρασία και τα ακραία κύματα καύσωνα έχουν μειώσει στο μισό την παραγωγή ισπανικού ελαιολάδου. Η τιμή παραγωγού έχει αυξηθεί κατά 112% σε σύγκριση με πέρυσι, αλλά αγρότες όπως ο Jesús Anchuelo δηλώνουν ότι καταγράφουν ζημιές.
Η τιμή του λίτρου στα ισπανικά καταστήματα αυξήθηκε κατά 52,5% σε ένα χρόνο, πολύ πάνω από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο του 38,3% αλλά και των αυξήσεων σε άλλες χώρες παραγωγής όπως η Ιταλία, η Ελλάδα και η Πορτογαλία.
Η Ισπανία εξάγει το 70% της παραγωγής της στο εξωτερικό. Καθώς η παγκόσμια ζήτηση έχει εκτοξευτεί και η προσφορά μειώθηκε, το ντόμινο των ανατιμήσεων έφτασε και στην ισπανική αγορά.
Η έλλειψη του ισπανικού ελαιόλαδου έχει αναγκάσει εμπόρους από όλο τον κόσμο να αναζητήσουν νέους προμηθευτές. Έλληνες ελαιοπαραγωγοί, που δεν έχουν εξάγει ποτέ ελαιόλαδο, δέχονται προσφορές για να πουλήσουν την παραγωγή τους σε αγορές του εξωτερικού.
Απαντώντας σε ερώτηση του euronews, o εκπρόσωπος της Επιτροπής για τη γεωργία και το εμπόριο, Ολοφ Γκιλ, σημείωσε ότι τα κράτη μέλη μπορούν να προχωρήσουν σε μειώσεις ΦΠΑ και παροχές ειδικών κουπονιών, για να στηρίξουν τους καταναλωτές.
Εκτόξευση των τιμών- Αιτία πέμπτη: Ανελαστική ζήτηση
Έχοντας διαφημιστεί -παγκοσμίως- ως βασικό συστατικό της μεσογειακής διατροφής, το ελαιόλαδο καταγράφει αυξημένη ζήτηση όχι μόνο στην Ευρώπη, αλλά σε όλο τον κόσμο – και κυρίως στην Ασία.
Το μέγεθος της παγκόσμιας αγοράς ελαιολάδου αποτιμήθηκε σε 14,20 δισεκατομμύρια δολάρια το 2022 και προβλέπεται να αυξηθεί από 14,64 δισεκατομμύρια δολάρια το 2023 και σε 18,42 δισεκατομμύρια δολάρια έως το 2030, σύμφωνα με την έρευνα “Όlive Oil Market Size, Share and COVID-19 Impact” της Fortune Business Insights.
«Η αγορά γνωρίζει ισχυρή ανάπτυξη κυρίως λόγω της αυξανόμενης ζήτησης για ελαιόλαδο σε όλη την υπηρεσία τροφίμων και στα κανάλια λιανικής» σημειώνει η έρευνα. «Επιπλέον, το αυξανόμενο ενδιαφέρον για “εξωτικές κουζίνες” έχει συμβάλει στην αυξανόμενη δημοτικότητα του λαδιού από τον καρπό της Olea europea, σε διάφορες περιοχές του κόσμου. Η αυξανόμενη συνειδητοποίηση της διατροφικής του αξίας αποδίδεται στο περιεχόμενο ωμέγα-3 λιπαρών οξέων, η ζήτηση των οποίων εκτοξεύεται. Για το λόγο αυτό, τα τελευταία χρόνια αυτό το λάδι χρησιμοποιείται ως συστατικό σε συμπληρώματα διατροφής και σε φαρμακευτικά σκευάσματα».
Ενώ οι Ευρωπαίοι καταναλωτές αγωνίζονται να ανταπεξέλθουν στις αυξημένες τιμές του ελαιολάδου, στις Βρυξέλλες εκτιμούν ότι η ζήτηση θα στραφεί σε εναλλακτικά λάδια/ λίπη, όσο οι τιμές παραμένουν υψηλές.
Απαντώντας σε ερώτηση του euronews, o εκπρόσωπος της Επιτροπής για τη γεωργία και το εμπόριο, Olof Gill σημείωσε ότι τα κράτη μέλη μπορούν να προχωρήσουν σε μειώσεις ΦΠΑ και παροχές ειδικών κουπονιών, για να στηρίξουν τους καταναλωτές.
«Υπάρχει η δυνατότητα μείωσης του ΦΠΑ στα βασικά τρόφιμα ή δημιουργίας κουπονιών για την υποστήριξη των πιο ευάλωτων νοικοκυριών. Η Επιτροπή μαζί με τις Εθνικές Αρχές Ανταγωνισμού παρακολουθεί τις αγορές για να εντοπίσει και να διερευνήσει τυχόν πρακτικές που ενδέχεται να διογκώσουν τις τιμές των τροφίμων. Δίνει επίσης συνεχή προσοχή στα μέτρα που εφαρμόζουν τα κράτη μέλη και αξιολογεί τη συμβατότητά τους με τις ελευθερίες της ενιαίας αγοράς.»